- ἀποχαιρέτισε
- ἀ̱ποχαιρέτισε , ἀποχαιρετίζωsay farewellaor ind act 3rd sg (doric aeolic)ἀποχαιρετίζωsay farewellaor ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αποχαιρετίζομαι — αποχαιρετίζομαι, αποχαιρετίστηκα βλ. πίν. 34 Σημειώσεις: αποχαιρετίζομαι, αποχαιρετιέμαι : κυρίως με αξία αλληλοπάθειας (π.χ. αποχαιρετιστήκαμε → αποχαιρέτισε ο ένας τον άλλο) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
αποχαιρετιέμαι — αποχαιρετιέμαι, αποχαιρετίστηκα βλ. πίν. 173 και πρβλ. αποχαιρετίζομαι Σημειώσεις: αποχαιρετίζομαι, αποχαιρετιέμαι : κυρίως με αξία αλληλοπάθειας (π.χ. αποχαιρετιστήκαμε → αποχαιρέτισε ο ένας τον άλλο) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής